Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Φλόριαν Σμιτς στη σελίδα DW.com (επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη), "πολλοί τουρίστες αποφεύγουν το νησί λόγω της προσφυγικής κρίσης. Ωστόσο τα προβλήματα εντοπίζονται κυρίως στην πρωτεύουσά του, το Βαθύ. Το ότι οι κάτοικοι αποκαλούν τον προσφυγικό καταυλισμό «ντροπή» δεν εκπλήσσει.
«Είναι ντροπή» ανέφερε στη DW μια δασκάλα δείχνοντας προς το Βαθύ, την πρωτεύουσα του νησιού. Αυτό που εννοεί είναι η κατάσταση που επικρατεί στον προσφυγικό hospot της Σάμου, χώρο καταγραφής και ταυτοποίησης προσφύγων, οι οποίοι περιμένουν μια απάντηση στην αίτηση ασύλου τους. Δημιουργήθηκε το 2016 ως απόρροια της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό.
Η Τουρκία απέχει ελάχιστα από τη Σάμο. Εδώ συνεχίζουν ακόμη να φτάνουν πρόσφυγες μέσω Τουρκίας. Και ακόμη πολλοί χάνουν τη ζωή τους. Το ότι οι κάτοικοι αποκαλούν τον προσφυγικό καταυλισμό της Σάμου «ντροπή» δεν εκπλήσσει. Σχεδιάστηκε για να φιλοξενήσει 600 άτομα και σήμερα εδώ ζουν σχεδόν 4.000 άνθρωποι από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Πολλοί αποκαλούν τον καταυλισμό «ζούγκλα», αφού καθημερινά καταπατώνται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Απάνθρωπες συνθήκες
«Παλεύουμε με αρουραίους και φίδια. Δεν έχουμε τουαλέτες και ντους, δεν έχουμε ηλεκτρικό ρεύμα ή πρόσβαση σε νερό» αναφέρει μια 30χρονη από το Κονγκό. Πολλοί πιστεύουν ότι έρχονται στην Ευρώπη για τα χρήματα, αλλά στο Κονγκό για παράδειγμα υπάρχει πόλεμος. Το ραντεβού για τη συνέντευξη ασύλου της 30χρονης έχει προγραμματιστεί για τον Μάρτιο του 2021. «Τι να κάνω; Να φέρω εδώ τα παιδιά μου στον κόσμο;», διερωτάται.
Και στον «επίσημο» χώρο του προσφυγικού κέντρου οι συνθήκες είναι άθλιες. Για το φαγητό περιμένουν οι πρόσφυγες τρεις ώρες, λέει ένας 24χρονος Ιρακινός, του οποίο το αίτημα για άσυλο απορρίφθηκε. «Αν επιστρέψω στο Ιράκ, θα με σκοτώσουν», αναφέρει. Την ίδια απόγνωση αισθάνεται και ένας νεαρός Κονγκολέζος που ζει με τη γυναίκα του από τον περασμένο Οκτώβριο στη «ζούγκλα» της Σάμου. Στόχος τους είναι να φτάσουν στο Βέλγιο, όπου ελπίζουν να νιώσουν ξανά σαν στο σπίτι τους, λόγω της ιστορίας που συνδέει το Βέλγιο με το Κονγκό. «Παίρνουμε 90 ευρώ το μήνα, από τα οποία 2,5 ευρώ τα παίρνει η τράπεζα. Πώς θα ζήσουμε» διερωτάται.
Πιεσμένη και η τοπική κοινωνία
Στο Βαθύ της Σάμου υπάρχουν εδώ και καιρό δύο παράλληλοι κόσμοι. Το hotspot άλλαξε τις συνθήκες της καθημερινότητας στην κατά τα λοιπά ειδυλλιακή περιοχή της Σάμου. Εκεί που μέχρι το 2016 συναντούσε κανείς πολλούς τουρίστες από χώρες της Δύσης πλέον συναντά κυρίως πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Αυτό δεν είναι κάτι απλό για τους κατοίκους. Στην αρχή της προσφυγικής κρίσης πίστευαν ότι θα βοηθήσει η Ευρώπη, αλλά πλέον πολλοί αισθάνονται ότι τόσο οι πρόσφυγες όσο και η τοπική κοινωνία έχουν εγκαταλειφθεί μόνοι τους.
Από τον φόβο να χάσουν τους τουρίστες πολλά καφέ και εστιατόρια δεν δέχονται πρόσφυγες. «Δεν αφήνω πια τα παιδιά μου μόνα στους δρόμους. Φοβάμαι» αναφέρει μια υπάλληλος καταστήματος, ενώ μια συνάδελφός της συμπληρώνει: «Δεν είμαστε ρατσιστές. Απλά οι πρόσφυγες είναι πολλοί». Για τη Μαρία, ιδιοκτήτρια καταστήματος κοσμημάτων στο Βαθύ, πολλά από τα προβλήματα των κατοίκων προκαλούνται απλώς από τον φόβο και την αγωνία για το πώς θα διαμορφωθεί η κατάσταση στην περιοχή μελλοντικά.
Πώς επηρεάζεται ο τουρισμός στην πραγματικότητα;
Για πολλούς κατοίκους στο Βαθύ η κατάσταση με το προσφυγικό πλήττει τον τουρισμό: «Σίγουρα δεν τον επηρεάζει θετικά», αναφέρει ο Ευάγγελος Καλογέρης, επιχειρηματίας, ο οποίος από το 2017 διατηρεί μαγαζί με φαλάφελ στο Βαθύ, στο οποίο απασχολεί μάλιστα πρόσφυγες. «Η φήμη όμως του νησιού λανθασμένα επηρεάζεται από το προσφυγικό. Οι πρόσφυγες δεν προκαλούν προβλήματα», αναφέρει ο ίδιος, ενώ θεωρεί ότι τα προβλήματα του τουριστικού κλάδου στο νησί οφείλονται σε βαθύτερα αίτια, όπως π.χ. την κακή χωροταξική οργάνωση του νησιού που δεν ευνοεί την υγιή ανάπτυξη του κλάδου.
Για τον ίδιο είναι κομβικής σημασίας να λυθούν πέρα από το προσφυγικό και πολλά άλλα προβλήματα στο νησί, προκειμένου να κερδίσει και πάλι τους τουρίστες. Ο Ευάγγελος Καλογέρης εύχεται να υπάρξει μελλοντικά μια καλύτερη πολιτική απέναντι στο προσφυγικό και μια ρεαλιστική κατανομή τους στο νησί. «Αν μη τι άλλο 1.000 άτομα μπορούμε να κρατήσουμε στο νησί. Εν τέλει οι πρόσφυγες φέρνουν μαζί τους νέες γλώσσες και δεξιότητες, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και στον τουριστικό τομέα», εκτιμά ο ίδιος".