Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 15 Οκτωβρίου 2017 και σε αυτήν συμμετέχουν οι εξής:
Επιμελήτρια της έκθεσης είναι η Κατερίνα Γρέγου.
Ώρες λειτουργίας της έκθεσης: Καθημερινά από τις 10 π.μ. έως τη 1 μ.μ. και από τις 7 μ.μ. έως τις 12 τα μεσάνυχτα.
Είσοδος: 2 ευρώ
Όλα τα έσοδα της έκθεσης θα διατεθούν στον πολιτιστικό οργανισμό "Ειρήνη" με έδρα τη Χώρα της Σάμου. Για τα παιδιά, τους φοιτητές και τους ανέργους η είσοδος είναι ελεύθερη.
Γκρουπ με περισσότερα από δέκα άτομα ή όσοι επιθυμούν ξενάγηση στο χώρο της έκθεσης μπορούν να επικοινωνήσουν με τους υπεύθυνους του ιδρύματος στη διεύθυνση: asp@schwarzfoundation.com ή τηλεφωνικά στο 2273062169.
Η έκθεση είναι προσβάσιμη και σε άτομα με κινητικά προβλήματα.
Περιγραφή της έκθεσης
Η έκθεση παίρνει τον τίτλο της από το ομώνυμο κοινωνικό και πολιτιστικό φαινόμενο που συνέβη πριν πενήντα χρόνια, το καλοκαίρι του 1967. Αν και η χρονιά του 1968 περιβάλλεται ίσως στην Ευρώπη από ακόμη μεγαλύτερο μύθο, λόγω των φοιτητικών εξεγέρσεων στο Παρίσι και της Άνοιξης της Πράγας, το 1967 ήταν σημαντικότερο από γεωπολιτική, πολιτιστική και πνευματική άποψη. Ήταν η χρονιά του Πολέμου των Έξι Ημερών, που άλλαξε οριστικά το τοπίο στη Μέση Ανατολή, με συνέπειες που είναι αισθητές ακόμη και σήμερα. Στην Ελλάδα, ήταν η χρονιά που έφερε την επταετία της δικτατορίας. Από ειρωνεία της τύχης, ήταν επίσης η χρονιά που το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε αίτηση για ένταξη στην ΕΟΚ. Στις Η.Π.Α. και σε ολόκληρο τον κόσμο, το 1967 έγιναν επίσης οι πρώτες μαζικές πολιτικές διαμαρτυρίες των νέων κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. Η εκρηκτική άνθηση της μουσικής ποπ και των διαφόρων μορφών υποκουλτούρας υπήρξε άλλο ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό του «Καλοκαιριού της Αγάπης».
Το 1967 υπήρξε επίσης έτος σημαντικής πνευματικής παραγωγής. Ο θεωρητικός Guy Debord δημοσίευε την Κοινωνία του Θεάματος, ενώ ο βέλγος φιλόσοφος και βασικό μέλος της Καταστασιακής Διεθνούς Raoul Vaneigem –που συμπεριλαμβάνεται στην έκθεση– δημοσίευε την Επανάσταση της καθημερινής ζωής. Ενώ στην Κοινωνία του Θεάματος ο Ντεμπόρ εξετάζει πώς οι μηχανισμοί του κεφαλαίου και της κατανάλωσης προκαλούν αποξένωση, ο Βανεγκέμ στο βιβλίο του τονίζει τη δυνατότητα επαναστατικών αλλαγών στην καθημερινή ζωή. Οραματίζεται μια νέα κοινωνία που να «προωθεί τη συμμετοχή κάθε ανθρώπου στην αυτοπραγμάτωση όλων των ανθρώπων», με βάση τη «δημιουργικότητα, την αγάπη και το παιχνίδι». Στο σημερινό οπισθοδρομικό κλίμα φόβου και ξενοφοβίας, η άποψη του Βανεγκέμ ηχεί όλο και πιο επίκαιρη.
Η έκθεση Summer of Love προτείνει μια σύγχρονη θεώρηση της σημαδιακής αυτής χρονιάς με αφορμή την επέτειο των πενήντα χρόνων της και φωτίζει εκ νέου μια εποχή που η έννοια της πολιτικής αλλά και της αγάπης είχαν μια πραγματική αίσθηση του επείγοντος. Το «Καλοκαίρι της Αγάπης» υπήρξε μία από τις πολλές εκφράσεις της αντικουλτούρας της δεκαετίας του 1960 και των αρχών της δεκαετίας του 1970. Ήταν μια περίοδος πολιτικής ανυπακοής, αντιαυταρχισμού, πολιτικής διαμαρτυρίας, η εποχή των «παιδιών των λουλουδιών» και του «flower power». Ο πολιτικός ακτιβισμός διευρύνθηκε για να περιλάβει τον κοινωνικο-πολιτιστικό ακτιβισμό και τους εναλλακτικούς τρόπους ζωής (σεξουαλική ελευθερία, κοινοβιακή ζωή, κοινοκτημοσύνη). Πολλοί νέοι που μεγάλωσαν μετρημένα στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια δεν ενδιαφέρονταν τόσο για το χρήμα, την ιδιοκτησία και την οικονομική επιτυχία. Ήταν έντονα πολιτικοποιημένοι και έτρεφαν ζωντανή την ελπίδα για έναν καινούργιο, διαφορετικό κόσμο, γεμάτο αγάπη και αμοιβαία κατανόηση, πράγμα που εκ των υστέρων μπορεί να φαίνεται ρομαντικό και αφελές. Μπορούμε, ωστόσο, ίσως να μάθουμε κάτι αν στοχαστούμε πάνω σε αυτή την περίοδο και τη συγκρίνουμε με τη σημερινή εποχή του εξοντωτικού ατομικισμού και του αχαλίνωτου ανταγωνισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί άνθρωποι που διατηρούν αναμνήσεις από το 1967 προτιμούν τον αγνό ιδεαλισμό της εποχής εκείνης από τον στυγνό κυνισμό του σήμερα.
Η έκθεση Summer of Love ενθαρρύνει τον προβληματισμό σχετικά με τη δυνατότητα για συνέργεια μεταξύ αγάπης και πολιτικής, συνδέοντας το καλοκαίρι του 1967 με τον κόσμο του 2017, όπου η έννοια της αγάπης –τουλάχιστον στους πνευματικούς αλλά και στους πολιτικούς κύκλους– απορρίπτεται ως αφελής και υπερβολικά συναισθηματική. Η αγάπη είναι πράγματι μία από τις πιο ισχυρές –και σύνθετες– δυνάμεις στην ανθρώπινη ζωή. Οι πιο ενδιαφέρουσες, ίσως, πρόσφατες αντιλήψεις υπέρ μιας διαφορετικής αντίληψης για την αγάπη προέρχονται από τον θεωρητικό της λογοτεχνίας και πολιτικό φιλόσοφο Michael Hardt (γενν. 1960), ο οποίος τάσσεται υπέρ μιας πολιτικής αντίληψης για την αγάπη. Ο Χαρτ υποστηρίζει ότι η αγάπη πρέπει να εκτείνεται πέρα από τα όρια του ζευγαριού, της πυρηνικής οικογένειας και των ψυχαναλυτικών ορίων της σχέσης του ζευγαριού, ως μια δύναμη που συμβάλλει στη συγκρότηση της κοινότητας. Πιστώνει στην αγάπη τη «συλλογική μεταμόρφωση» που βιώνεται σε ορισμένες μορφές πολιτικής δράσης.
Ο Χαρτ υποστηρίζει μια μορφή αγάπης που δεν πηγάζει από την ταύτιση με το όμοιο, μια αγάπη «που λειτουργεί μέσα από το παιχνίδι των διαφορών, όχι την εμμονή στην ομοιότητα». Αμφισβητώντας την αντίληψη της αγάπης ως «συγχώνευση σε ένα», ο Χαρτ υποστηρίζει την αγάπη «ως μια απειρότητα διαφορών, όχι ως απόρριψη των διαφορών ούτε ως συγχώνευση σε μία ενότητα, αλλά ως δημιουργία αστερισμών από διαφορές, κοινωνικές διαφορές.» Όπως έγραψε μαζί με τον Antonio Negri στο σημαντικό βιβλίο Πλήθος – Πόλεμος και δημοκρατία στην εποχή της Αυτοκρατορίας: «Φαίνεται ότι είναι αδύνατο για τον σημερινό άνθρωπο να συλλάβει την αγάπη ως πολιτική έννοια· ωστόσο, η έννοια της αγάπης είναι ακριβώς εκείνη που χρειαζόμαστε για να κατανοήσουμε την συστατική δύναμη του πλήθους. Η σύγχρονη αντίληψη της αγάπης περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο αστικό ζευγάρι και στο κλειστοφοβικό πλαίσιο της πυρηνικής οικογένειας. Η αγάπη έχει γίνει αυστηρά ιδιωτική υπόθεση. Χρειαζόμαστε μια πιο γενναιόδωρη, λιγότερο ελεγχόμενη αντίληψη της αγάπης.»
Προεκτείνοντας αυτές τις σκέψεις, θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι υπάρχει μεγάλο έλλειμμα αγάπης στην άσκηση της πολιτικής σήμερα, η οποία κατέστη μια τεχνοκρατική γραφειοκρατία που προωθεί τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα και τα προσωπικά συμφέροντα. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν επίσης προκατειλημμένες αντιλήψεις της αγάπης, «της αγάπης που έχει χάσει τον δρόμο», όπως λέει ο Hardt, που εκδηλώνονται στις εξτρεμιστικές πολιτικές ομάδες ή τα κόμματα εθνικιστικών, νεο-ναζιστικών ή alt-right τάσεων. Μια άλλη αντίληψη της πολιτικής είναι δυνατή, αρκεί να φανταστούμε την αγάπη ως μια πολιτική έννοια, πιο γενναιόδωρη, ανοιχτή, θετική, όπως ο Χαρτ.
Η έκθεση Summer of Love αντλεί από αυτές τις σκέψεις και υφαίνει έναν ιστό από πολιτιστικά και ιστορικά σημεία αναφοράς προκειμένου να συνδέσει ιδέες που αναπτύχθηκαν πριν από πενήντα χρόνια και το σημερινό σημείο καμπής στην Ευρώπη για να μας εμπνεύσει ίσως να οραματιστούμε μια διέξοδο από το σημερινό πολιτικό αδιέξοδο. Είναι η κατάλληλη στιγμή για κάτι τέτοιο. Έχουν περάσει πενήντα χρόνια· η γενιά του «baby boom», της μεταπολεμικής έκρηξης των γεννήσεων, βρίσκεται αντιμέτωπη με τη γήρανση και τον θάνατο, και τα νεανικά της ιδανικά έχουν ξεθωριάσει. Μπορούμε λοιπόν να αναρωτηθούμε: τι πήγε στραβά, πότε, γιατί; Ποια διδάγματα μπορούμε να αντλήσουμε; Είναι άραγε σκόπιμο να επανεξετάσουμε αυτά τα ιδανικά; Μπορούμε να διδαχτούμε από τις εμπειρίες και τις απογοητεύσεις της γενιάς του 1967; Σε έναν κόσμο που μοιάζει να ολισθαίνει προς συντηρητικές αξίες, είναι καιρός να μάθουμε από την ιστορία, για να αποφύγουμε να διαπράξουμε ξανά τα ίδια λάθη.
Η έκθεση περιλαμβάνει την παγκόσμια πρεμιέρα της τετραλογίας βίντεο που δημιούργησε ο Έλληνας καλλιτέχνης Νικόλας Κοζάκης σε συνεργασία με τον φιλόσοφο Ραούλ Βανεγκέμ, μια επιστροφή στην Ελλάδα με στόχο την αναθεώρηση των σύγχρονων Δυτικών αξιών. Οι ανανεωτικές ιδέες του Βανεγκέμ από το 1967 είναι εξαιρετικά επίκαιρες στο σημερινό πολιτικό κλίμα, ενώ οι εικόνες του Κοζάκη μάς παρακινούν να δοκιμάσουμε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής, εμπνευσμένο από ένα συγκεκριμένο είδος «πρακτικής της καθημερινής ζωής» στην Ελλάδα που ίσως να έχει ακόμη κάτι να μας διδάξει σε σχέση με τους σημερινούς, ολοένα πιο ξέφρενους ρυθμούς της ζωής μας. Στην έκθεση περιλαμβάνεται επίσης το βίντεο Every Day Words Disappear (Κάθε μέρα λέξεις εξαφανίζονται) (2016), του βραβευμένου σκηνοθέτη Johan Grimonprez, μια συνέντευξη του Michael Hardt, με εμβόλιμες σκηνές από την ταινία Alphaville (1965), του Jean-Luc Godard, ταινία στην οποία ένα σύστημα ηλεκτρονικών υπολογιστών αποκτά τον έλεγχο της πόλης και θέτει εκτός νόμου έννοιες όπως η αγάπη, η ποίηση, το συναίσθημα.
Περιλαμβάνεται επίσης το έργο της Tomomi Itakura Untitled (Signs) (2017), μια σειρά πινακίδων που αντιπαραβάλλει κεντρικές έννοιες του 1967 και του 2017, δείχνοντας πώς άλλαξε ο κόσμος μέσα σε αυτά τα πενήντα χρόνια. Μια σειρά από ιστορικές αφίσες από τη συλλογή του Διεθνούς Ινστιτούτου Κοινωνικής Ιστορίας μιλά επίσης για τα πιεστικά ζητήματα του 1967 – από το κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ έως τις πολιτικές ελευθερίες, το απαρτχάιντ και το Παλαιστινιακό ζήτημα. Το πολυμεσικό έργο του Uriel Orlow The Short and the Long of It (2013-17), το οποίο ο καλλιτέχνης ανέπτυξε περαιτέρω ειδικά για την έκθεση, αναφέρεται στις συνέπειες του Πολέμου των Έξι Ημερών το 1967 μεταξύ Ισραήλ και γειτονικών του χωρών. Ο πόλεμος άφησε δεκατέσσερα διεθνή φορτηγά πλοία αποκλεισμένα στη Διώρυγα του Σουέζ μέχρι το 1975 που ξανάνοιξε. Η απομόνωση που βίωσαν τα πολυεθνικά πληρώματα των πλοίων οδήγησε σε μια μορφή κοινοβιακής συνύπαρξης και στην εγκαθίδρυση ενός ιδιότυπου κοινωνικού συστήματος που υπερέβη τους φραγμούς θρησκείας, πολιτισμού και γλώσσας.
Ένα από τα κύρια ζητήματα το 1967 ήταν η σεξουαλική απελευθέρωση και η έμφυλη πολιτική, της οποίας η πνευματική κληρονομιά γίνεται αισθητή ακόμη και σήμερα. Η ταινία της Melanie Bonajo Economy of Love (2015) υπενθυμίζει τις ριζοσπαστικές πολιτικές της δεκαετίας του 1960, σε έναν στοχασμό των ζητημάτων γύρω από τη σεξουαλική απελευθέρωση και τον «ελεύθερο έρωτα» σήμερα. Το βίντεο αποτελείται από προσωπικές αφηγήσεις τριών γυναικών επαγγελματιών του σεξ, που θεωρούν τους εαυτούς τους θεραπεύτριες, και αποτελεί μια ριζική αναθεώρηση του τρόπου αντιμετώπισής τους, μέσα από μια ξεκάθαρα φεμινιστική σκοπιά.
Υπάρχουν επίσης πολλά καινούρια έργα, ειδικές παραγγελίες για την έκθεση, που στοχάζονται πάνω στην επέτειο των πενήντα ετών από το 1967. Ο Μιχαήλ Καρίκης έχει δημιουργήσει ένα περιβάλλον που λειτουργεί ως μουσικό και αναγνωστικό σαλόνι, με εμβληματικούς δίσκους βινυλίου από το 1967, καθώς και βιβλία και δοκίμια σημαντικών στοχαστών που γράφουν για την αγάπη ως πολιτικό γεγονός και ενέργεια με επαναστατικό δυναμικό. Οι επισκέπτες μπορούν να περιεργαστούν τους δίσκους και τα βιβλία, μέσα σε ένα πολύχρωμο γλυπτικό περιβάλλον που λειτουργεί και ως κοινόχρηστο καθιστικό. Με θέα στη Μεσόγειο, οι επισκέπτες βυθίζονται στις λέξεις και τους ήχους του 1967.
Ο Marko Mäetamm έχει δημιουργήσει μια σειρά από εικόνες χρησιμοποιώντας λέξεις από αφίσες και λάβαρα που χρησιμοποιήθηκαν σε πορείες διαμαρτυρίας το 2017, τις οποίες παρουσιάζει μέσα από την αισθητική των αφισών του Καλοκαιριού της Αγάπης, συνδέοντας τις αντιλήψεις περί κοινών και κοινότητας του 1967 και του σήμερα, και ενεργοποιώντας την πολιτιστική μνήμη. Τέλος, η καινούρια εγκατάσταση φωτοταπετσαρίας της Marge Monko για την έκθεση, που περιλαμβάνει φωτογραφίες και διαγράμματα, διερευνά τον ρόλο του αντισυλληπτικού χαπιού στη σεξουαλική απελευθέρωση των γυναικών και στο κίνημα του «ελεύθερου έρωτα». Το έργο παρακολουθεί τη χρονική εξέλιξη της νομιμοποίησης του χαπιού σε διάφορες χώρες, ιδιαίτερα στη Γαλλία, όπου το χάπι νομιμοποιήθηκε το 1967.
Σε καιρούς επιδεινούμενης οπισθοδρόμησης και συντηρητισμού, φαίνεται επίκαιρο να στοχαστούμε πάνω στην πνευματική κληρονομιά του 1967, που σήμερα μοιάζει να έμεινε ανολοκλήρωτη. Ο κόσμος μας κυριαρχείται, αντίθετα, από μια νοοτροπία ατομισμού, την οποία προωθούν έντονα ο καπιταλισμός, οι μεγάλες εταιρείες και ο καταναλωτισμός, ενώ η συνεχής υπόθαλψη της ξενοφοβίας από νεοπαγή δεξιά κινήματα οδηγεί στην υιοθέτηση μιας νοοτροπίας αποκλεισμού, εις βάρος της ένταξης. Επιζητώντας να ανακτήσουν τη χαμένη αισιοδοξία και να βρουν τρόπο επιβίωσης μέσα στις δυσκολίες του παρόντος, όλο και περισσότεροι άνθρωποι στρέφονται πάλι προς τις ιδέες και τα ήθη που γεννήθηκαν το καλοκαίρι του 1967 και τη δεκαετία του 1960 γενικότερα. Τα κοινά, το μοίρασμα, η κοινότητα επιστρέφουν ως τρόπος σκέψης, μαζί με την αναγέννηση των αυθόρμητων κινημάτων λαϊκής βάσης.
Η Ελλάδα της κρίσης αποτελεί καλό παράδειγμα: εκατοντάδες πρωτοβουλίες πολιτών έχουν ξεπηδήσει σε όλη τη χώρα, προσφέροντας ανακούφιση και κοινωνικό έργο σε τομείς με συστημικά προβλήματα όπως η υγεία, η εκπαίδευση και το περιβάλλον. Ένα ελληνικό νησί το καλοκαίρι, και συγκεκριμένα η Σάμος, προσφέρει ένα ιδανικό σκηνικό για να μιλήσουμε για τα θέματα αυτά. Μέσα στον ζόφο της οικονομικής κατάρρευσης και της συνεχιζόμενης κρίσης, εκείνο που φαίνεται ότι διατηρεί τη συνοχή είναι οι ισχυροί κοινωνικοί δεσμοί σε μια κοινωνία στην οποία δεν έχει επικρατήσει ακόμη πλήρως ο ατομικισμός. Η έκθεση Summer of Love μάς θυμίζει ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ανατρέξουμε στις αξίες που γεννήθηκαν πριν πενήντα χρόνια αν θέλουμε να οραματιστούμε ένα καλύτερο μέλλον.